[75] ἐπειδὴ δὲ Θησεὺς συνῴκισεν αὐτοὺς καὶ δημοκρατίαν ἐποίησεν καὶ ἡ πόλις πολυάνθρωπος ἐγένετο, τὸν μὲν βασιλέα οὐδὲν ἧττον ὁ δῆμος ᾑρεῖτο ἐκ προκρίτων κατ᾽ ἀνδραγαθίαν χειροτονῶν, τὴν δὲ γυναῖκα αὐτοῦ νόμον ἔθεντο ἀστὴν εἶναι καὶ μὴ ἐπιμεμειγμένην ἑτέρῳ ἀνδρὶ ἀλλὰ παρθένον γαμεῖν, ἵνα κατὰ τὰ πάτρια θύηται τὰ ἄρρητα ἱερὰ ὑπὲρ τῆς πόλεως, καὶ τὰ νομιζόμενα γίγνηται τοῖς θεοῖς εὐσεβῶς καὶ μηδὲν καταλύηται μηδὲ καινοτομῆται.

[76] καὶ τοῦτον τὸν νόμον γράψαντες ἐν στήλῃ λιθίνῃ ἔστησαν ἐν τῷ ἱερῷ τοῦ Διονύσου παρὰ τὸν βωμὸν ἐν Λίμναις (καὶ αὕτη ἡ στήλη ἔτι καὶ νῦν ἕστηκεν, ἀμυδροῖς γράμμασιν Ἀττικοῖς δηλοῦσα τὰ γεγραμμένα), μαρτυρίαν ποιούμενος ὁ δῆμος ὑπὲρ τῆς αὑτοῦ εὐσεβείας πρὸς τὸν θεὸν καὶ παρακαταθήκην καταλείπων τοῖς ἐπιγιγνομένοις, ὅτι τήν γε θεῷ γυναῖκα δοθησομένην καὶ ποιήσουσαν τὰ ἱερὰ τοιαύτην ἀξιοῦμεν εἶναι. καὶ διὰ ταῦτα ἐν τῷ ἀρχαιοτάτῳ ἱερῷ τοῦ Διονύσου καὶ ἁγιωτάτῳ ἐν Λίμναις ἔστησαν, ἵνα μὴ πολλοὶ εἰδῶσιν τὰ γεγραμμένα· ἅπαξ γὰρ τοῦ ἐνιαυτοῦ ἑκάστου ἀνοίγεται, τῇ δωδεκάτῃ τοῦ ἀνθεστηριῶνος μηνός.

[77] ὑπὲρ τοίνυν ἁγίων καὶ σεμνῶν ἱερῶν, ὧν οἱ πρόγονοι ὑμῶν οὕτως καλῶς καὶ μεγαλοπρεπῶς ἐπεμελήθησαν, ἄξιον καὶ ὑμᾶς σπουδάσαι, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, καὶ τοὺς ἀσελγῶς μὲν καταφρονοῦντας τῶν νόμων τῶν ὑμετέρων, ἀναιδῶς δ᾽ ἠσεβηκότας εἰς τοὺς θεοὺς ἄξιον τιμωρήσασθαι δυοῖν ἕνεκα, ἵνα οὗτοί τε τῶν ἠδικημένων δίκην δῶσιν, οἵ τ᾽ ἄλλοι πρόνοιαν ποιῶνται καὶ φοβῶνται μηδὲν εἰς τοὺς θεοὺς καὶ τὴν πόλιν ἁμαρτάνειν.

    After Theseus united the people of Attica, the people passed a law that the king had to select a wife who was both a citizen and a virgin.

    75

    πειδ δ Θησες συνκισεν: according to myth, the hero Theseus united the towns of Attica into one polis (this is called the “synoecism” of Attica, from συνοικίζω).

    οδν ττον: “no less,” i.e., “nonetheless”

    ρετο < αἱρέω: note the middle voice. What is being referred to here—choosing from a list of pre-selected men—is a sort of double election. Whether Apollodoros is correct is a point of debate (see, e.g., Kapparis 1999: 334–35); either way, by the fourth century, the archons were selected by double sortition (that is, by lots, rather than by vote).

    χειροτονν < χειροτονέω

    τν δ γυνακα ατο νόμον θεντο στν εναι: “they established a law that his wife should be a citizen,” i.e., of Athenian birth

    πιμεμειγμένην < ἐπιμείγνυμι: here with a sexual sense

    γαμεν: supply as subject the βασιλεύς

    νομιζόμενα < νομίζω, frequently in passive, “to be customary”; the neuter participle is used to mean “customs, customary rites.”

    76

    ν Λίμναις: the location of “the Marshes” isn’t clear, but it has been suggested that it was in the Ilissos area south of the Acropolis (Patteson 1978: 107–8; Carey 1992: 124). Kapparis 1999: 336 suggests that it may not be a literal marsh, but is meant to represent the lake where Dionysos arises on earth, coming up from the underworld.

    γράμμασιν ττικος: the Athenians switched from the Attic to the Ionic alphabet in 403/2 BCE.

    πιγιγνομένοις < ἐπιγίγνομαι; the substantive is often used for “those coming after,” i.e., “posterity.”

    παρακαταθήκη: take metaphorically here.

    τήν γε θεDilts 2009 adds the definite article τῷ before θεῷ, following Gernet.

    τοιαύτην: take in the predicate position.

    στησαν: sc. τὴν στήλην

    το νιαυτο κάστου: genitive of time within which, G. 515.

    νοίγεται < ἀνοίγνυμι, “open”

    τ δωδεκάτ το νθεστηρινος: the 12th of the month Anthesterion, that is, the Choes

    77

    πεμελήθησαν: “have provided for” < ἐπιμελέομαι

    ξιον: supply a verb like ἐστί both times this adjective appears in this section.

    δικημένων: “for their crimes” (see §5, LSJ δίκη IV.3, and S. 1376).

    πρόνοιαν ποινται: “to beware, take care”

    μηδέν: translate as “at all” or “in any way” (μηδέν does not have a negative force here, but is used because it is in a fear clause).

    75

    Θησεύς -έως : Theseus, Theseus, national hero of Athens and Attica

    συνοικίζω: combine or join in one city

    δημοκρατία –ας : democracy

    πολυάνθρωπος: full of people, populous

    πρόκριτος: preselected, chosen

    νδραγαθία –ας : bravery, manly virtue, the character of a brave honest man

    χειροτονέω χειροτονήσω χειροτόνησα κεχειροτόνηκα κεχειροτόνημαι χειροτονήθην: to elect by a show of hands

    στή –ς : fem. of ἀστός

    πιμίγνυμι: to mingle with (+ dat.)

    παρθένος –ου : maiden, girl, virgin

    γαμέω γαμ γημα γεγάμηκα γεγάμημαι –––: marry

    πάτριος –α –ον: of or belonging to one's father, paternal

    ρρητος –ον: not to be spoken, not to be divulged, secret

    εσεβής –ές: pious, religious, righteous

    καταλύω καταλύσω κατέλυσα καταλέλυκα καταλέλυμαι κατελύθην: put an end to, dissolve, destroy

    καινοτομέω: to open a new vein (in mining); to innovate

    76

    στήλη –ης : stone slab inscribed with record of victories, dedications, votes of thanks, treaties, laws, decrees, etc.

    λίθινος: of stone

    ερόν –ο τό: temple

    Διόνυσος: Dionysos

    βωμός –ο : altar

    λίμνη –ης : pool, swamp, marsh

    μυδρός: indistinct, dim, obscure

    ττικός –ή –όν: Attic, Athenian

    μαρτυρία –ας : witness, testimony, evidence

    εσέβεια –ας : piety, reverence towards gods/parents

    παρακαταθήκη: a deposit of money or property entrusted to oneʼs care

    καταλείπω καλλείψω κάλλιπον καταλέλοιπα καταλέλειμμαι κατελείφθην: to leave behind

    πιγίγνομαι πιγενήσομαι πιγενόμην πιγέγονα πιγεγένομαι –––: come after

    ρχαος –α –ον: ancient, old-fashioned, primitive

    γιος: devoted to the gods, sacred, holy

    παξ: once, once only

    νιαυτός –ο : anniversary, year

    νοίγνυμι νοίξω νέξα νέχα ––– νεχθην: open, (pass.) be open, stand open

    δωδέκατος –η –ον: twelfth

    νθεστηριών: the month Anthesterion

    μείς μηνός : month

    77

    σεμνός –ή –όν: holy; august

    πρόγονος –ου : ancestor

    μεγαλοπρεπής –ές: benevolent, generous; magnificent

    πιμελέομαι πιμελήσομαι πεμελήθην πιμεμέλημαι ––– –––: to take care of, charge of (+ gen.)

    σπουδάζω σπουδάσομαι σπούδασα σπούδακα σπούδασμαι σπουδάσθην: make haste, be eager, do hastily

    θηναος –α –ον: Athenian

    σελγής: licentious, wanton, brutal

    καταφρονέω καταφρονήσω κατεφρόνησα καταπεφρόνηκα καταπεφρόνημαι κατεφρονήθην: disdain, scorn, despise

    ναιδής –ές: shameless

    σεβέω σεβήσω σέβησα σέβηκα σέβημαι σεβήθην: to be impious, commit sacrilege, sin against

    τιμωρέω τιμωρήσω τιμωρησάμην τετιμώρηκα τετιμώρημαι τιμωρήθην: help, avenge

    πρόνοια –ας : foresight

    article nav
    Previous
    Next

    Suggested Citation

    Deborah Kamen, Pseudo-Demosthenes: Against Neaira. Carlisle, Pennsylvania: Dickinson College Commentaries, 2018. ISBN: 978-1-947822-10-8.https://dcc.dickinson.edu/against-neaira/75-77